Ερευνητικά δεδομένα βρίσκουν ομοιότητες μεταξύ της λειτουργίας του εγκεφάλου και του εντέρου λόγω των νευροδιαβιβαστών και της ανταπόκρισης του δευτέρου στις ψυχοθεραπευτικές και ψυχοφαρμακευτικές παρεμβάσεις.
Το έντερο είναι υπεύθυνο για την παραγωγή ουσιών που σχετίζονται με τη διάθεση και τον ψυχισμό συμπεριλαμβανομένων της ντοπαμίνης και της σεροτονίνης. Σε περιόδους όπου ένα άτομο διακατέχεται από συμπτώματα άγχους μπορεί να εμφανιστούν δυσκολίες στην πέψη, διάρροια ή δυσκοιλιότητα. Αυτές οι περίοδοι μπορεί να σχετίζονται είτε με μετακομίσεις, ταξίδια, συναισθηματικές διαταραχές όπως μελαγχολία λόγω χωρισμού ή απώλειας. Σε τέτοιες περιπτώσεις το έντερο υπερδιεγείρεται λόγω των αυξημένων στρεσσογόνων ορμονών ή σε άλλες παραλύει εμφανίζοντας συμπτώματα δυσκοιλιότητας, κοιλιακού άλγους ή τυμπανισμού. Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου χαρακτηρίζεται από έναν συνδυασμό εναλλαγής αυτών των γαστρεντερολογικών συμπτωμάτων. Τα παραπάνω συμπτώματα μπορεί να οφείλονται κατά ένα μεγάλο ποσοστό σε παθολογικές γαστρεντερολογικές διαταραχές όπως νόσος του Krohn ή Ελκώδους Κολίτιδας αλλά οι εξάρσεις και οι υφέσεις συσχετίζονται με τα επίπεδα άγχους σε δεδομένες χρονικές περιόδους. Τα γαστρεντερολογικά συμπτώματα επηρεάζουν με τη σειρά τους τη διάθεση του ατόμου και τροφοδοτείται με αυτόν τον τρόπο ένας φαύλος κύκλος.
Υπάρχει άμεση συσχέτιση μεταξύ της έντασης που συσσωρεύεται από συναισθηματική φόρτιση και της σωματοποιημένης έντασης που αντανακλάται στα διάφορα οργανικά συστήματα διαταράσσοντας την ομαλή κίνηση των μυών του λεπτού και του παχέως εντέρου. Η ομαλή λειτουργία του εντέρου λοιπόν επηρεάζεται αφενός από τη διάθεσή μας και αφετέρου από μια ευαισθησία που μπορεί να υπάρχει σε κάποιους και ενεργοποιείται λόγω στρεσσογόνων καταστάσεων. Όπως λοιπόν η πείνα οδηγεί σε δυσάρεστα συναισθήματα έτσι και η υπερφαγία έχει ως αποτέλεσμα πολλές φορές τη δυσφορία.
Η δυσκολία στην πέψη χαρακτηρίζεται από δυσφορία στην άνω κοιλία και δεν θεωρείται ασθένεια αλλά μια σειρά συμπτωμάτων συμπεριλαμβανομένου φουσκώματος και ναυτίας. Είναι μια κοινή γαστρεντερολογική διαταραχή αλλά το πώς βιώνεται από το κάθε άτομο εμφανίζει διαφορές. Κάποια από τα συμπτώματα περιλαμβάνουν: πρόωρη αίσθηση ‘πληρότητας’ κατά τη διάρκεια ενός γεύματος παρουσιάζοντας αδυναμία ή δυσκολία ολοκλήρωσης. Δυσφορία μετά την ολοκλήρωση ενός γεύματος που διαρκεί περισσότερο από όσο συνήθως. Πόνος και κάψιμο που εντοπίζεται στην άνω κοιλία. Ναυτία και μια τάση προς εμετό ή φούσκωμα.
Όταν τα συμπτώματα είναι επίμονα και δεν υποχωρούν μετά από λίγες μέρες συστήνεται η επίσκεψη σε έναν Ειδικό Γαστρεντερολόγο. Αν τα συμπτώματα έχουν εξάρσεις και υφέσεις ανά περιόδους τότε η μη επιθυμητή απώλεια βάρους ή απώλεια της όρεξης, ο επαναλαμβανόμενος εμετός και ο πόνος στο στήθος, το λαιμό αποτελούν σοβαρότερους λόγους για μια επίσκεψη σε Γαστρεντερολόγο.
Τα αίτια στη δυσκολία της πέψης εκτός από ψυχολογικά μπορεί να είναι οργανικά ή να σχετίζονται με τον τρόπο ζωής. Κάποια από αυτά μπορεί να είναι η υπερφαγία ή το να τρώει κάποιος πολύ γρήγορα, το να καταναλώνονται πολύ λιπαρά τρόφιμα ή καυτερά (πικάντικα), η υπερβολική κατανάλωση καφεΐνης, αλκοόλ ή σοκολάτας και ανθρακούχων ποτών, το κάπνισμα ή η χρήση αντιβιοτικών ή παυσίπονων. Στους ψυχολογικούς παράγοντες περιλαμβάνονται η ανησυχία, το άγχος ή κάποια συναισθηματική διαταραχή όπως κατάθλιψη ή τραύμα.
Αν ο γαστρεντερολόγος δεν εντοπίσει κάποια οργανική αιτία κατά την αξιολόγηση τότε μπορεί να βιώνετε λειτουργική δυσπεψία που οφείλεται σε μια αδυναμία του στομαχιού να δεχτεί και να χωνέψει την τροφή. Αυτό μπορεί να οφείλεται είτε στον τρόπο διατροφής σας ή στη διάθεση σας ή σε έναν συνδυασμό αυτών. Ένας κλινικός διαιτολόγος- διατροφολόγος μπορεί να βοηθήσει στη σύνταξη ενός σωστού τρόπου διατροφής σύμφωνα με τις ατομικές σας ανάγκες.
Ένας κλινικός ψυχολόγος μπορεί να σας βοηθήσει στη σωστή διαχείριση του άγχους και στον εντοπισμό των δυσλειτουργικών σκέψεων που οδηγούν στην εμφάνιση των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων. Μέσω της ψυχοθεραπείας το άτομο αναγνωρίζει και εντοπίζει τις στρεσσογόνες καταστάσεις προκειμένου να οργανώσει τη ζωή του και να διαχειριστεί καλύτερα αυτά που το οδηγούν στο άγχος. Επίσης μαθαίνει να αποζητά βοήθεια και υποστήριξη από το κοινωνικό του περιβάλλον. Εισάγεται η χρήση ημερολογίου προκειμένου να γίνεται ανασκόπηση από μέρα σε μέρα των καταστάσεων, σκέψεων και συναισθημάτων που πυροδοτούν το άγχος.
Είναι σημαντικό να αναζητήσουμε βοήθεια αν αισθανθούμε ότι το άγχος μας καταβάλλει και η καθημερινότητά μας έχει επηρεαστεί ή διαφοροποιηθεί. Αν νιώθουμε απόγνωση, δεν έχουμε όρεξη για φαγητό και έχει διαταραχτεί ο ύπνος. Σε αντίθετη περίπτωση, αν χρησιμοποιούμε το φαγητό ή αλκοόλ προκειμένου να ανακουφιστούμε από τα συμπτώματα του άγχους ή της μελαγχολίας. Τέλος αν έχουμε ανησυχία ή σκέψεις που δεν μπορούμε να εκφράσουμε.
Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί να χορηγηθούν αντικαταθλιπτικά φάρμακα προκειμένου να εξαλειφθούν πιο άμεσα τα γαστρεντερολογικά συμπτώματα.