Εάν σου ζητούσε κάποιος να κατονομάσεις την πατρίδα του ούζου, τότε δίχως πολύ σκέψη θα απαντούσες η Λέσβος. Και όχι άδικα, αφού πολλές γνωστές ποτοποιίες δραστηριοποιούνται στο νησί προωθώντας τα προϊόντα τους τόσο σε όλη την εγχώρια αγορά όσο και στο εξωτερικό. Οι εμπορικές δραστηριότητες ωστόσο των κατοίκων του τρίτου μεγαλύτερου νησιού στην Ελλάδα δεν εξαντλούνται στο ούζο. Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι Μυτιληνιοί αποφασίζουν να εκμεταλλευτούν τα αγαθά που τους προσφέρει απλόχερα η γη τους και να τα προσφέρουν στο καταναλωτικό κοινό με όρους σύγχρονου μάρκετινγκ.
Είτε λοιπόν μιλάμε για σάλτσες που βασίζονται σε υπεραιωνόβιες παραδοσιακές συνταγές, είτε για τυριά που οι καταβολές τους χάνονται στα βάθη των αιώνων, είτε ακόμα και για… φρεσκοεμπνευσμένα λικέρ με μεγάλες φιλοδοξίες, ένα είναι σίγουρο: η Λέσβος έχει όλα τα φόντα για να ακμάσει και πάλι εμπορικά και να γίνει ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της ευρύτερης περιοχής.
Σάλτσες Παπαγιαννίδης
Αξιοποιώντας συνταγές που χρονολογούνται από το 1895 και προέρχονται από τη μητέρα του, Λέλα, και τις γιαγιάδες του, Ευθυμία και Ελένη, ο Νίκος Παπαγιαννίδης ίδρυσε το 1999 τη δική του οικοτεχνεία. Ανάμεσα στα προϊόντα που παράγει, ξεχωρίζουν οι σπιτικές σάλτσες όπως αυτές με ντομάτα και φράουλα, λιαστή ντομάτα και ούζο, ντομάτα, βαλσάμικο και πιπεριές αλλά και ντομάτα και πορτοκάλι. «Η παραγωγή γίνεται βάσει σχεδίου HACCP, με την προσωπική μου φροντίδα, και δεν περιέχει συντηρητικά, χρώματα ή άλλες χημικές ουσίες. Το ούζο που χρησιμοποιείται σε κάποια από τα προϊόντα μας είναι από τη Μυτιλήνη και οι σάλτσες σβήνονται με λευκό κρασί, ενώ διατηρούνται σε παρθένο ελαιόλαδο οικογενειακής παραγωγής», τονίζει ο Νίκος Παπαγιαννίδης. Αυτή τη στιγμή τα προϊόντα του εξάγονται σε Γερμάνια, Βέλγιο, Αμερική, Καναδά, Ολλανδία, Νορβηγία, Χιλή, Κύπρο και Αγγλια και κάποια από αυτά είναι μοναδικά στην παγκόσμια αγορά. Πρόσφατα εξάλλου βραβεύτηκαν σε έναν από τους σημαντικότερους διαγωνισμούς σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα Great Taste Awards στο Λονδίνο.
Ελαιόλαδο Γλιγλής
Φωτογραφία: PurpleSheep.gr
Στο νοτιοανατολικό τμήμα της Λέσβου, 40 χιλιόμετρα από την πόλη της Μυτιλήνης, στην περιφέρεια του Δήμου Γέρας, βρίσκονται τα ελαιοκτήματα της οικογένειας Γλιγλή, συνολικής έκτασης 250 στρεμμάτων και 3.500 δέντρων. Εκεί ο Γρηγόρης Γλιγλής συνεχίζει την οικογενειακή του παράδοση, που κρατάει από το 1907, παράγοντας έξτρα παρθένο και παρθένο βιολογικό ελαιόλαδο. «Το 2007 δημιουργήσαμε το δικό μας εμφιαλωτήριο και ακολουθούμε πιστά τους κανόνες βιολογικής γεωργίας. Βραβευτήκαμε μάλιστα στην 3η Μεσογειακή έκθεσης ελιάς και ελαιολάδου «ΕΛΑΙΟΤΕΧΝΙΑ 2010» με ασημένιο ΚΟΤΙΝΟ Ποιότητας Εξαιρετικού Παρθένου Ελαιολάδου και καλύτερης Συσκευασίας Τυποποιημένου Ελαιολάδου», τονίζει χαρακτηριστικά. Η ελαιοποίηση γίνεται την ίδια ημέρα της συγκομιδής, ή το αργότερο τρεις ημέρες μετά, ώστε η οξύτητα του ελαιόλαδου να είναι τόσο χαμηλή που να του επιτρέπει να χαρακτηριστεί ως έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Η έκθλιψη του καρπού γίνεται με μηχανικά μέσα και το ελαιόλαδο οδηγείται σε ειδικές ανοξείδωτες δεξαμενές κλειστού τύπου, όπου παραμένει τουλάχιστον δύο μήνες για να κατακαθίσουν οι ξένες ύλες. Το 70% της συνολικής του παραγωγής εξάγεται στη Γερμανία, ενώ το υπόλοιπο προωθείται σε delicatessen και βιολογικά καταστήματα στην Ελλάδα.
Λαδοτύρι Μυτιλήνης
Το πιο φημισμένο, αλλά και το μοναδικό τυρί Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης, που προέρχεται αποκλειστικά από το νησί της Λέσβου είναι το Λαδοτύρι Μυτιλήνης. Το όνομά του το οφείλει στην παραδοσιακή τεχνική συντήρησης μέσα σε ελαιόλαδο, η οποία προσδίδει στο τυρί πικάντικη γεύση και άρωμα. Επιβάλεται να το δοκιμάσεις από τη Γαλακτοκομική Λέσβου, η οποία χρησιμοποιεί γάλα αποκλειστικά από τις φάρμες του νησιού. Το γάλα συλλέγεται καθημερινά από τουλάχιστον 500 κτηνοτρόφους, ενώ τα ζώα είναι παραδοσιακά εκτρεφόμενα και ζουν κυρίως σε ελεύθερη βόσκηση. «Είναι γνωστό ότι το νησί της Λέσβου ξεχωρίζει για την ανεπανάληπτη ποικιλία του σε αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά. Για αυτό και τα τυριά χαρακτηρίζονται από αρωματικές αποχρώσεις αιγαιοπελαγίτικων βοτάνων», λέει η Φλώρα Σιαμανδούρα, υπεύθυνη επικοινωνίας της Γαλακτοκομικής Λέσβου, και καταλήγει: «Το πρόβειο γάλα δίνει στα τυριά υπέροχη βουτυρένια υφή, γεμάτη γεύση και ιδιαίτερα αρώματα. Την πλούσια γεύση των τυριών ολοκληρώνει το προσεκτικό αλάτισμα που γίνεται αποκλειστικά με φυσικό θαλασσινό αλάτι».
Μέλι Μελόσταγμα
Ο Γιάννης Καμπέρος έχει δημιουργήσει από το 2007 στο Σκαλοχώρι Λέσβου, βορειοδυτικά του νησιού, μια οικογενειακή επιχείρηση με την ονομασία Μελισσοκομικό Εργαστήρι. Πρόκειται για μία πρότυπη μονάδα παραγωγής και τυποποίησης μελιού αλλά και μελισσοκομικών προϊόντων όπως γύρη, βασιλικός πολτός, πρόπολη και κηρήθρα με μέλι. Τα προϊόντα του διατίθενται τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Βέλγιο και τη Γερμανία. «Το Μελισσοκομικό Εργαστήρι είναι η μεγαλύτερη και πιο άρτια οργανωμένη μελισσοκομική μονάδα στη Λέσβο», αναφέρει με υπερηφάνια ο Γιάννης Καμπέρος και προσθέτει: «Τα μελισσοσμήνη μας μεταφέρονται σε όλες τις ανθοφορίες του νησιού, ενώ στις εγκαταστάσεις μας εφαρμόζουμε το σύστημα ISO 22000». Οι ποικιλίες του μελιού που παράγονται είναι συνολικά πέντε: ανοιξιάτικης ανθοφορίας (με απαλή γεύση, αρωματικό και κιτρινωπό χρώμα), από άνθη και αγριολούλουδα (με χαρακτηριστική γεύση και άρωμα), με θυμάρι (με άρωμα θυμαριού και λουλουδιών καλοκαιρινής ανθοφορίας), καστανιάς (έντονο άρωμα και υπόπικρη γεύση) και ρείκης (υψηλής διατροφικής αξίας με ιδιαίτερη γεύση και άρωμα).
Ούζο Ψαροπούλα
Με εμπειρία πολλών ετών στην τέχνη της απόσταξης, ο Γιάννης Γιαννακάκης δημιούργησε στις αρχές του 2000 την Ποτοποιία Ψαροπούλα. Εδω και 15 χρόνια λοιπόν, ο ίδιος και οι συνεργάτες του ασχολούνται με την παραγωγή και την εμφιάλωση παραδοσιακών ποτών, με το ούζο «Ψαροπούλα» να είναι το βασικό τους προϊόν. Αποστάζεται με γλυκάνισο και άλλα αρωματικά βότανα μέσα σε χάλκινους άμβυκες, ενώ κύρια χαρακτηριστικά του είναι η απαλή του γεύση και το γλυκό του άρωμα. Η περιεκτικότητά του σε αλκοόλ φθάνει το 40% και μπορεί να το βρει κανείς σε συσκευασίες που ξεκινούν από τα 50 ml και φθάνουν μέχρι τα 5 λίτρα. «Το ούζο “Ψαροπούλα” είναι γλυκόπιοτο και με γεύση που σου δίνει αμέσως τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά της λεσβιακής γης. Ο ήλιος, η αλμύρα, τα αρωματικά φυτά του τόπου μας, και φυσικά η σταθερή του ποιότητα, δίνουν ένα ούζο που κλείνει μέσα του όλη τη μυτιληνιά ψυχή μας», υποστηρίζει. Η επιχείρηση παράγει τέσσερα ακόμα ούζα καθώς και το μπράντυ Απόλλων, με ξεχωριστή, ιδιαίτερα εκλεκτή γεύση.
Παστά ΛΕΒΑ
Η Ε & Κ ΜΠΟΥΧΛΗΣ Α.Ε είναι μια οικογενειακή επιχείρηση που ξεκίνησε το 1953 από τον Κωνσταντίνο Μπουχλή. Σήμερα, η τρίτη γενιά συνεχίζει την παράδοση και παράγει, επεξεργάζεται και τυποποιεί προϊόντα της Λέσβου με τον πιο παραδοσιακό τρόπο. «Αλατίζουμε τον γαύρο, τη σαρδέλα, τον κολιό και τα “ψήνουμε” στην πέτρα για έξι μήνες περίπου. Οσο για το σκουμπρί, αυτό καπνίζεται», εξηγεί η Ειρήνη Μπουχλή. Ανάμεσα στα παστά της εταιρείας βρίσκονται οι σαρδέλες σε αλάτι, οι σαρδέλες σε λάδι, οι αντσούγιες σε αλάτι, οι κολιοί σε αλάτι και το σκουμπρί σε λάδι. «Με παλιές συνταγές, σεβασμό στην παράδοση και πάθος για υψηλή ποιότητα, δημιουργούμε προϊόντα που ικανοποιούν και τους πιο απαιτητικούς. Ολα παρασκευάζονται εντελώς παραδοσιακά, με ανθρώπινα χέρια και με παντελή απουσία χημικών συντηρητικών». Σε περίπτωση μάλιστα που είσαι λάτρης των παστών, υπάρχει και μία συμβουλή: για καλύτερο αποτέλεσμα, πριν το σερβίρισμα, τινάζεις το περιττό αλάτι και ξεπλένεις με λίγο ξύδι αντί για νερό.
Λικέρ Castanelli
Εχοντας ως βάση το ούζο Πλωμαρίου και σε αρμονικό συνδυασμό με κάστανα Αγιάσου και αγιασώτικο καστανόμελο οι άνθρωποι της Ποτοποιίας Γιαννατσή δημιούργησαν το λικέρ Castanelli. Σύμφωνα με τον υπεύθυνο της ποτοποιίας, Μανώλη Συρέλλη, πρόκειται για ένα ελαφρύ και μυρωδάτο ηδύποτο, από απόσταξη 100%,, που πίνεται πολύ ευχάριστα σκέτο, με θρυμματισμένο πάγο ή παγωμένο στην κατάψυξη. Μπορεί να συνδυαστεί με γλυκά σοκολάτας ή με εσπεριδοειδή, αλλά και παραδοσιακά γλυκίσματα, ενώ ακολουθώντας τον κύκλο ζωής του αγιασώτικου κάστανου παράγεται μία φορά το χρόνο. «Με το Castanelli θέλουμε να δείξουμε την ικανότητά μας να συνδυάζουμε μέσα στον άμβυκα το μοναδικό άρωμα του τοπικού γλυκάνισου, με εξαιρετικά λεσβιακά αγροτικά προϊόντα όπως το κάστανο. Αν και είναι μια επίπονη διαδικασία για μας η παραγωγή αυτού του προϊόντος, έχουμε άμεση ανταπόδοση του κόπου μας από την αποδοχή στην αγορά». Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει και στο πώμα της συσκευασίας, το οποίο είναι από ξύλο λεσβιακής ελιάς, δουλεμένο από ντόπιο ξυλογλύπτη.
Πάστα ελιάς Τεπές
Ο Παναγιώτης Καραβατάκης έχει δημιουργήσει από το 2002 στην Γέρα, περίπου 25 χιλιόμετρα έξω από τη Μυτιλήνη, το αγρόκτημα Τεπές. Καλλιεργώντας περισσότερα από 2.000 αιωνόβια ελαιόδεντρα, και έχοντας εγκαταστήσει μέσα στο οικογενειακό του κτήμα μια μονάδα παραγωγής και επεξεργασίας βρώσιμων ελιών, κατάφερε να εμπορεύεται σήμερα κατά κύριο λόγο βρώσιμες ελιές. «Οι συνθήκες που παράγεται το προϊόν μας», υποστηρίζει, «άλλα και οι καλλιεργητικές τεχνικές που εφαρμόζονται, του δίνουν μία γεύση μοναδική και ιδιαίτερη. Εμείς εφαρμόζουμε τις πιο άπλες παραδοσιακές και φυσικές μεθόδους κατά τη διαδικασία της μεταποίησης αλλά και της συσκευασίας. Νιώσαμε την υποχρέωση να αναδείξουμε τον τόπο μας και αυτό κάνουμε». Οπως μάλιστα εξηγεί, η μέθοδος του ξεπικρίσματος που ακολουθεί στην ελιά γίνεται αποκλειστικά με καθαρό νερό -διαδικασία που απαιτεί εβδομάδες ή και μήνες-, σε αντίθεση με την συνήθη πρακτική της βύθισης σε διάλυμα καυστικού νατρίου -όλα γίνονται μέσα σε 16 ώρες-. Ανάμεσα στα προϊόντα του θα βρει κανείς πράσινες ελιές, ξιδάτες, με μπούκοβο, ελαιόλαδο και φυσικά την περίφημη πάστα ελιάς σε τρεις γεύσεις: πράσινη, μαύρη φυσική και μαύρη πικάντικη.