Βασικότερο χαρακτηριστικό για την διαπίστωση καταθλιπτικών συμπτωμάτων είναι η γνωστική τριάδα:
1) Αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό
2) Αρνητικές σκέψεις για την κοινωνία και το κοινωνικό περιβάλλον 3) Αρνητικές σκέψεις για το μέλλον
Ένας άνθρωπος που πάσχει από κατάθλιψη μπορεί να έχει και τα τρία αυτά χαρακτηριστικά ή ένα συνδυασμό αυτών. Τα βασικά συμπτώματα της νόσου είναι τα ακόλουθα αισθήματα:
1) Κατωτερότητας (αίσθημα χαμηλής αυτοεκτίμησης – οι άλλοι είναι ανώτεροι από τον ίδιο)
2)Λύπης (αίσθημα μελαγχολίας, που μπορεί να εκφραστεί με κλάματα, απομόνωση, διαταραχή στον ύπνο κλπ) 3) Ενοχής (αίσθημα πως φταίει για όλα όσα συμβαίνουν και πως πρέπει να τιμωρηθεί)
4) Εκνευρισμού (κάποιες φορές παρατηρείται επιθετικότητα, θυμός κλπ). Επιπρόσθετα, το άτομο μπορεί να αισθάνεται ότι έχει κόπωση, έλλειψη ενεργητικότητας καθώς και μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης και μνήμης. Παράλληλα, μπορεί να υπάρχουν άσχημες ιδέες, σκέψεις για τον εαυτό ότι «δεν είμαι σημαντικός σαν άνθρωπος, δεν αξίζω, δεν μπορώ να καταφέρω τίποτα καλό, το μέλλον μου πάντα θα είναι δύσκολο και δυσάρεστο...». Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα μπορεί να συνυπάρχουν σκέψεις το άτομο να κάνει κακό στον εαυτό του ή να προχωρήσει σε αυτοκτονία.
Οι συνέπειες της κατάθλιψης μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιβλαβείς στη ζωή του ανθρώπου. Πράγματι, το άτομο με κατάθλιψη αισθάνεται μονίμως κακοδιάθετο, αδυνατεί να εργαστεί και να αποδώσει.
Η κοινωνική του ζωή πλήττεται σημαντικά και απομονώνεται από συγγενείς και φίλους.. Επιπλέον, η ίδια η αυτοεκτίμηση πλήττεται αρνητικά αφού το άτομο αισθάνεται αναποτελεσματικό. Η καθημερινότητα φαίνεται να είναι μια συνεχής επανάληψη που μοιάζει να μην έχει κανένα νόημα και το άτομο τη ζει σαν διεκπεραίωση. Η κατάθλιψη επηρεάζει αρνητικά τη σεξουαλική υγεία του ατόμου. Καταρχάς, η κατάθλιψη θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που μπορεί να προκαλέσουν μειωμένη ερωτική επιθυμία. Επίσης, η κατάθλιψη μπορεί να αποτελέσει αιτία άλλων σεξουαλικών δυσλειτουργιών, όπως είναι η πρόωρη και η ανεσταλμένη εκσπερμάτιση. Πολλοί άνθρωποι που υποφέρουν από κατάθλιψη προβληματίζονται πώς θα καταφέρουν να ξεπεράσουν το πρόβλημα αυτό. Διστάζουν να πάρουν την απόφαση να μιλήσουν σε έναν ειδικό ενώ πολλοί έχουν την αντίληψη ότι δύσκολα μπορούν να θεραπευτούν. Η παραπάνω αντιμετώπιση αποτελεί σίγουρα μια λανθασμένη «στρατηγική» που ενισχύει τις αντιστάσεις για τη θεραπεία.
Η έγκαιρη διάγνωση της κατάθλιψης αποτελεί σημαντικό παράγοντα πρόληψης αυτών των οριακών και επικίνδυνων καταστάσεων και καθορίζει την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Η κατάθλιψη μπορεί να αντιμετωπιστεί βέβαια με τη βοήθεια του ειδικού. Η συμβολή του είναι απαραίτητη. Η φαρμακευτική αγωγή που θα συστήσει εάν το κρίνει απαραίτητο, στόχο έχει μεταξύ άλλων τη διόρθωση των βιολογικών εκείνων μηχανισμών που στον εγκέφαλο προωθούν την κατάθλιψη.
Παράλληλα η διαφοροποίηση του τρόπου σκέψης του ατόμου που υποφέρει από κατάθλιψη, μπορεί να έχει μακροχρόνια ευεργετική και προστατευτική δράση
κατά της κατάθλιψης. Αυτό δεν είναι εύκολη υπόθεση. Χρειάζεται χρόνο, προσπάθεια και συχνά βοήθεια από ειδικούς στη συμπεριφορική γνωστική θεραπεία.
Είναι σημαντικό το άτομο, όσο βαθιά και να βρίσκεται στο πρόβλημα της κατάθλιψης, να ψάξει να βρει ένα κίνητρο που θα καταφέρει να το «ενεργοποιήσει». Το κίνητρο στον καθένα είναι διαφορετικό, όπως για παράδειγμα η «σωτηρία» μιας ερωτικής σχέσης, η αποκατάσταση φιλικών ή συγγενικών σχέσεων ή ο ίδιος μας ο εαυτός.
Τέλος, ο καθένας από εμάς, να αναπτύξει τεχνικές αυτογνωσίας που θα του επιτρέπουν να ελέγχει τις σκέψεις του και κατά συνέπεια τη διάθεση του. Ένα τέτοιο επίτευγμα έχει πολλά να μας προσφέρει παράλληλα με την προστασία από την κατάθλιψη στα άτομα που κινδυνεύουν περισσότερο από αυτήν.
η Γιώτα Ταμτάμη είναι ψυχολόγος, απόφοιτη τμήματος Ψυχολογίας Παν/μίου Κρήτης, Μ.Sc. Κοινωνιολογίας Παν/μίου Αιγαίου.Υπεύθυνη του προγράμματος Σχολές Γονέων στο νομό Λέσβου.
*Η Γιώτα Ταμτάμη αρθρογραφεί στο «htpps://www.lesvosreport.gr» κάθε Πέμπτη.