Οι «τρελοί» ρυθμοί ζωής, η ανασφάλεια, το άγχος, η οικονομική κρίση, ο φόβος, η έλλειψη επικοινωνίας και ανθρώπινων σχέσεων και πόσα ακόμα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε κάθε στιγμή της μέρας, εύλογα μας οδηγούν στον πανικό. Σαν έκρηξη ηφαιστείου θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε τις «κρίσεις πανικού». Εκεί που πιστεύεις πως τα έχεις όλα υπό έλεγχο, εκεί χάνεις τα πάντα γύρω σου. Ιδρώτας, τρεµούλα, µουδιάσµατα, ταχυκαρδία, σφίξιµο στο στήθος, αίσθηµα επικείµενου θανάτου. Κάπως έτσι περιγράφουν τα συµπτώµατα οι περισσότεροι άνθρωποι στην πρώτη τους κρίση. Τροµακτική, έντονη και ξαφνική. Εφιαλτική.
Τι είναι όμως η «κρίση πανικού»;
Η διαταραχή πανικού (ΔΠ) είναι µια αγχώδης διαταραχή, που εκδηλώνεται µε ψυχικά και σωµατικά συµπτώµατα. Πρόκειται για µια από τις πιο συχνές ψυχικές παθήσεις. Είναι µια σύντοµη περίοδος, κατά την οποία το άτοµο αισθάνεται πολύ έντονο φόβο και οξύ άγχος και έχει έντονα σωµατικά συµπτώµατα. Οι άνθρωποι που υποφέρουν από κρίσεις πανικού αισθάνονται ότι κάτι πολύ άσχηµο πρόκειται να συµβεί, αν και στην πραγµατικότητα οι κρίσεις πανικού δεν είναι επικίνδυνες για τη σωµατική και ψυχική υγεία. Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότεροι άνθρωποι καλούνται να αντιµετωπίσουν αυτόν τον «εφιάλτη». Εκτιµάται πως περίπου το 5% του γενικού πληθυσµού υποφέρει από διαταραχή πανικού και µάλιστα οι γυναίκες έχουν την πρωτιά, ειδικότερα στις ηλικίες 20-40 ετών.
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα.
Πώς οδηγείται κανείς σε κρίση πανικού; Τι είναι αυτό που την προκαλεί;
Το άγχος. Ο εχθρός του σήμερα. Αν και δεν φταίει το άγχος αλλά εμείς. Ας το πάρουμε απ΄την αρχή για να καταλάβετε τι εννοούμε. Το άγχος είναι μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού μας σε μια απειλητική κατάσταση και παρόλο που είναι δυσάρεστο, είναι επίσης χρήσιμο γιατί ας προειδοποιεί για πιθανούς κινδύνους και προετοιµάζει το σώµα µας για δράση. Αυτή η προετοιµασία ονοµάζεται αντίδραση «φυγής ή πάλης» (flight or fight). Ο εγκέφαλος δίνει εντολή στο σώµα να παράξει αδρεναλίνη. Η καρδιά χτυπάει πιο γρήγορα και ο ρυθµός της αναπνοής αυξάνεται για να διοχετεύσει περισσότερο αίµα και οξυγόνο στους µύες. Αυτή η υπέρπνοια µπορεί να προκαλέσει δύσπνοια, ζάλη και αίσθηµα πνιγµού. Η εφίδρωση που παρατηρείται, µειώνει τη θερµοκρασία του σώµατος, ώστε να µην ζεσταθεί πολύ το σώµα κατά τη διάρκεια της δράσης και το πεπτικό σύστηµα σχεδόν σταµατά να λειτουργεί, για να αξιοποιηθεί το αίµα από τους µύες. Η αντίδραση φυγής ή πάλης είναι το σύστηµα συναγερµού του οργανισµού σε µια απειλητική κατάσταση.
O µηχανισµός φυγής ή πάλης ενεργοποιείται σε κάθε ερέθισµα που ερµηνεύει το άτοµο ως απειλητικό, το σώµα αντιδρά σαν να του επιτίθενται, ενώ στην πραγµατικότητα δεν υπάρχει επίθεση. Αυτά τα σωµατικά συµπτώµατα, που προκαλούνται λόγω της ενεργοποίησης του µηχανισµού φυγής ή πάλης, ερµηνεύονται από το άτοµο µε ένα καταστροφικό τρόπο («θα πεθάνω», «θα πάθω καρδιακή προσβολή», «θα τρελαθώ»), αντί να αποδίδονται στο αυξηµένο άγχος του. Αυτό οδηγεί σε ακόµη µεγαλύτερο άγχος ότι κάτι κακό συµβαίνει στο άτοµο και έτσι µπαίνει σε έναν φαύλο κύκλο που οδηγεί στον πανικό.
Έτσι, λοιπόν λειτουργεί η «κρίση πανικού». Επικίνδυνη την κάναμε εμείς επειδή μάθαμε να είμαστε άπληστοι. Ξεχνάμε να ζήσουμε, αλλά θυμόμαστε πάντοτε να ζητάμε πράγματα. Το χρήμα με την οικονομική κρίση μοιάζει να χάνει την αξία, αφού όλο και πιο πολλοί κάνουν λόγο για έννοιες όπως η ευτυχία, η ηρεμία, η ζωή. Ο ποιοτικός χρόνος πια μοιάζει να έχει εκλείψει. Κανένας δεν προλαβαίνει να έχει προσωπικό χρόνο, να σκεφτεί, να αποδεχτεί την πραγματικότητα γύρω του, να διασκεδάσει, να ονειρευτεί… Ο χρόνος δεν φτάνει ούτε για τα απαραίτητα πια. Όποτε η μείωση των μισθών, τα εξαθλιωτικά ωράρια, η έλλειψη κινήτρων, κάνουν το χρήμα να έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Απίστευτο αν το σκεφτεί κανείς, δεδομένου πως τα πάντα κινούνται γύρω απ” αυτό.
Τα άτοµα που υποφέρουν από κρίσεις πανικού αρχίζουν να ανησυχούν για το τι θα τους συµβεί αν έχουν άλλη µια κρίση και σιγά- σιγά αποφεύγουν να βγαίνουν έξω ή να βρίσκονται σε µέρη µε πολύ κόσµο. Το άτοµο µπορεί να αποφεύγει να βρίσκεται µόνο του έξω από το σπίτι, να µη χρησιµοποιεί µέσα µαζικής µεταφοράς, να µην οδηγεί ή να χρειάζεται συνέχεια την παρουσία κάποιου άλλου ατόµου για να κάνει τις δραστηριότητες που φοβάται. Αναπόφευκτα, µπροστά στο φόβο του πανικού, αρχίζει να αναπτύσσεται αγοραφοβία: το άτοµο αποφεύγει µέρη ή καταστάσεις που έχει συνδέσει µε κρίσεις πανικού. Οι αποφυγές ανακουφίζουν βραχυπρόθεσµα το άτοµο από το άγχος, µακροπρόθεσµα όµως ενισχύουν το άγχος του, καθώς ποτέ δεν δίνεται η ευκαιρία να διαψευστούν οι καταστροφικές σκέψεις που κάνει. Η αγοραφοβία συνήθως εκδηλώνεται µέσα στον πρώτο χρόνο από την έναρξη των κρίσεων πανικού.
Πώς μπορεί να ξεπεραστεί;
Δυστυχώς, η πιθανότητα το πρόβληµα να φύγει από µόνο του είναι πολύ µικρή. Οι τρόποι αντιµετώπισης των κρίσεων πανικού περιλαµβάνουν την ψυχοθεραπεία, µε ή χωρίς φαρµακευτική αγωγή. Ως αποτέλεσµα, µεγάλο ποσοστό -γύρω στο 80%- επιτυγχάνει µείωση του αριθµού και της συχνότητας των κρίσεων πανικού ή εξάλειψή τους. Επίσης, έχει βρεθεί ότι τα αντικαταθλιπτικά µπορούν να βοηθήσουν στη θεραπεία των κρίσεων πανικού. Με τη φαρµακευτική αγωγή, η βελτίωση των κρίσεων πανικού αρχίζει µέσα σε µερικές εβδοµάδες. Η διάρκεια της θεραπείας είναι περίπου 12-18 µήνες. Πάντως, έχει αποδειχθεί, ότι σε καταστάσεις όπου η φαρµακευτική αγωγή κρίνεται αναγκαία, καλό είναι, να συνοδεύεται από ψυχοθεραπεία, γιατί τότε τα αποτελέσµατα της φαίνονται γρηγορότερα.
Το βασικό όμως είναι η ψυχοθεραπεία. Με την ψυχοθεραπεία το άτομο που υποφέρει από κρίσεις πανικού μαθαίνει τεχνικές και στρατηγικές για να διαχειρίζεται το άγχος του. Επίσης, βοηθά στην κατανόηση και τροποποίηση δυσλειτουργικών σκέψεων και συµπεριφορών του ατόµου, που σχετίζονται µε τις κρίσεις πανικού και το άγχος. Συγκεκριµένα, το άτοµο εκπαιδεύεται σε ασκήσεις αναπνοής και χαλάρωσης του σώµατος, οι οποίες του επιτρέπουν να ελέγξει καλύτερα τα σωµατικά συµπτώµατα του άγχους. Επίσης, διερευνάται ο τρόπος σκέψης του ατόµου που µπορεί να οδηγεί σε αυξηµένο άγχος, καθώς και ο τρόπος που ερµηνεύει συγκεκριµένες καταστάσεις ως απειλητικές. Το άτοµο αναγνωρίζει και επεξεργάζεται εµπειρίες στη ζωή του, που συνέβαλαν στο να διαµορφώσει δυσλειτουργικές πεποιθήσεις που του προκαλούν ανασφάλεια. Η ψυχοθεραπεία µπορεί να διαρκέσει 4 -9 µήνες. Η διάρκεια όµως της θεραπείας εξαρτάται από τον κάθε ασθενή. Για ένα επιτυχές αποτέλεσµα, βασικό ρόλο παίζει τόσο η συνεργασία, η επιµονή και η σχέση εµπιστοσύνης του ασθενούς µε τον θεραπευτή του, όσο και η εµπειρία και η γνώση του ίδιου του ψυχοθεραπευτή.